διακινουμένων

διακινουμένων
διακινέω
move slightly
pres part mp fem gen pl (attic epic doric)
διακινέω
move slightly
pres part mp masc/neut gen pl (attic epic doric)
διακῑνουμένων , διακινέω
move slightly
pres part mp fem gen pl (attic epic doric)
διακῑνουμένων , διακινέω
move slightly
pres part mp masc/neut gen pl (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ηρωίνη — Κοινή ονομασία της διακετυλομορφίνης, ενός αλκαλοειδούς που παρασκευάζεται με την ακετυλίωση της μορφίνης (C17M19NO3). Είναι σκόνη λευκή κακι κρυσταλλική και συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο ευρέως διακινούμενων ναρκωτικών παγκοσμίως. Η παράνομη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”